Πέμπτη 23 Απριλίου 2020

Χρονογραφημα: Το Μαλτέζ της Φωκίωνος Νέγρη!!!

Την είδα στη Φωκίονος, μετά από ένα τέταρτο του αιώνα και παραπάνω.
Σταμάτησε ο ένας απέναντι από τον άλλο στο 1,5 μέτρο.
Είχαμε μάθει πια.
Το θέμα είναι αν θα ξεχάσουμε ποτέ αυτά που μας ''έμαθαν''.
Κρατούσε ένα λευκό μαλτεζάκι από το λουρί και ψώνια  στο άλλο χέρι...

- Ω! Καλημέρα !
- Ω! Γειά !
Το μαλτέζ, κατάλαβε αμέσως ποιος την αγαπούσε μακράν  περισσότερο, έστω και μετά από τόσα χρόνια κι άρχισε αμέσως να αδημονεί, πέρα δώθε, πέρα δώθε.
- Γύρισες ή δεν έφυγες ποτέ;
-Γύρισα.
-Κι εγώ.
Το μαλτέζ, άρχων στην ουδέτερη ζώνη του 1,5 μέτρου που μεσολαβούσε,  άρχισε να γαβγίζει.
-Πότε;
- Το  καλοκαίρι.
- Εσύ;
- Πριν δυο χρόνια.
- Πώς κι έτσι;
- Χώρισα.
-Παιδιά ;
- Ένα. Εσύ ;
-Κανένα.
Το μαλτέζ πια, είχε τεντώσει το λουρί και γάβγιζε μανιασμένα, λες και φύλαγε εργοστάσιο, στη Ζοφριά, τρεις τα ξημερώματα.
Αντί να σπεύσω να της πω να ξαναβρεθούμε ή έστω να ρωτήσω πόσων χρονών είναι το παιδί, κάτι τέλος πάντων, να πάρει μπρος η μηχανή του χρόνου, αντίθετα, αγανακτισμένος από τα γαβγίσματα, την ''κορονοαπόσταση''  ΚΑΙ ζηλεύοντας τον κοπρίτη που απολάμβανε την στοργή και τα χάδια της, είπα :
- Θα του δώσω μια κλωτσά, να πα' να βρει τους προγόνους του, στην χώρα καταγωγής του.
- Είχες πάντοτε μια λεπτότητα στην προσέγγιση, βλέπω δεν την έχασες.
-Α ! Πού να με δεις, όσο έμενα στο Μαρούσι...αριστοκράτης.
Εδώ, όσο να' ναι...προσπάθησα να τα μπαλώσω...με ''εξυπνάδα''.
Ο ''άλλος'', ''άλλη'', ξερωγώ, έκλεισε η φωνή του, λύσσαξε πια, δεν μπορούσε να γαβγίσει δυνατά κι έβγαζε ρόγχο ουρανομήκη, είχε τεντώσει και τον λαιμό, ωσάν λεωφορείο του '50 στις ανηφόρες της Πεντέλης.
- Να πάω στο περίπτερο να του...
-Να της...
- Έστω...να ''της'' πάρω μια ''halls'' ;
- Στη Νάνσυ, ''halls'';
- Έχει προτίμηση, να πάρω κάτι άλλο ;
Όσο πήγαινε, ο Ιονέσκο, θα μου φιλούσε τα χέρια.
Κοίτα φίλε μου σκέφτηκα, θάλασσα τα έκανα, χάθηκε ο ρομαντισμός, που όσο να' ναι προκύπτει μετά από 25 χρόνια.
Τουλάχιστον, έτσι γίνεται στο σινεμά.
Βέβαια, εκεί, δεν υπάρχει ''απόσταση - κορονοϊού'', ούτε ο πρωταγωνιστής με το θεληματικό πηγούνι, απειλεί με κλωτσές το οικόσιτο...ούτε εγώ θα το κλώτσαγα, εδώ που τα λέμε.
Μαγκιές της εφηβείας, ξέχασα πως και για μένα ήταν πιο κοντά πλέον,  η ώρα του οτομοτρίς που θα με πήγαινε βουρ  για Κόκκινο Μύλο.
Άλλαξα ρότα. Εφτά. Σε παίρνει αριστερά, μην το ζορίζεις.
Είπα : Θα σε ξαναδώ;
- Ε, στο τυχαίο, ίσως...
Τράβηξε το σκύλο από το λουρί και χωρίσαμε διαγώνια, κρατώντας πάντα τις αποστάσεις, μη χε...
Κίνησα προς τα πάνω στη μάνα μου- τον αρχικό προορισμό.
Χτύπησα το κουδούνι.
Απάντησε στο θυροτηλέφωνο.
- Γιέ μου, πού πας θα ανέβεις ;
- Μάνα, θα πάω στα  καράβια.
Κατέβηκα τα σκαλιά, δεν είχα όρεξη να ανέβω. Όχι αμέσως τουλάχιστον.
- ΠΟΥ ; Φώναζε η άλλη ακόμη, από το θυροτηλέφωνο.
Με κάποιο τρόπο, σήμερα, έκανα  τους άλλους να φωνάζουν, είπα από μέσα μου.
Θυμήθηκα μόνο, την τελευταία σκηνή, όπως την είδα να φεύγει αποσβολωμένος και θαυμάζοντας παρόλα  αυτά,  την νεανική οπίσθια πλευρά της, εξ ίσου τέλεια με την πρόσθια, το μαλτέζ, που γύρισε το φουντωτό  κεφάλι του με τα κοτσιδάκια και μου έκλεισε θριαμβευτικά το μάτι, σηκώνοντας παράλληλα το πίσω δεξί μοχθηρό ποδάρι του, σαν να (με) κατούραγε.

Για το egionews o Blindspot

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου